Σάββατο 16 Ιουνίου 2018

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ



Άρχισα να ψάχνω για κάποιο
άλλο νόημα ζωής πέρα από κείνο
που μπορούσα να βρω
μέσα στις σκοπιμότητες.
Το να σπουδάζει κανείς
να γίνει χρήσιμος στη ζωή
ήταν κάτι που δεν με συγκινούσε καθόλου.
Όλη η ζωή μου μέχρι τώρα
είχε συγκεντρωθεί σε άμεσους σκοπούς
και ξαφνικά όλα αυτά βρέθηκαν άδεια,
χωρίς κανένα νόημα.
Ένιωσα μέσα μου κάτι το δραματικό
και καθετί γύρω μου
μού φαινόταν μικρό και ανόητο.

Πέρασαν μήνες και τίποτε στον ορίζοντα,
νόημα δεν φάνηκε πουθενά!
Μια μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής
- ήμουνα τότε μέλος της Ρωσικής
οργάνωσης νέων στο Παρίσι-
ένας από τους υπεύθυνους οργάνωσης
με πλησίασε και μου είπε:
«Καλέσαμε κάποιον ιερέα να σάς μιλήσει.
Έλα και συ στη συγκέντρωση».
Εγώ απάντησα με έντονη αποδοκιμασία
ότι δεν θα πήγαινα να τον ακούσω.
Δεν είχα ανάγκη την Εκκλησία.
Δεν πίστευα στο Θεό.
Δεν ήθελα να χάσω τον καιρό μου
με κάτι τέτοια.
Ο υπεύθυνος χειρίστηκε
αρκετά έξυπνα το θέμα.
Μου εξήγησε ότι
όλα τα μέλη της ομάδας μας
είχαν αντιδράσει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο
και θα ήταν πολύ άσχημο αν, ούτε ένας,
δεν παρακολουθούσε την όμιλία του.

«Μην προσέχεις», είπε ο υπεύθυνος,
«δεν με ενδιαφέρει αυτό, μόνο έλα,
κάθισε εκεί, για μια τυπική παρουσία».
Ε! μέχρι σ’ αυτό το σημείο,
ήμουνα πρόθυμος να φανώ νομοταγής
στη νεανική μας οργάνωση.
Έτσι πήγα στην ομιλία και έμεινα
μέχρι το τέλος.
Δεν είχα σκοπό να προσέξω.
Τα αυτιά μου όμως έπιαναν μερικές φράσεις
που με αγανακτούσαν περισσότερο.

Ο Χριστός και ο Χριστιανισμός
παρουσιάστηκαν μπροστά μου
τόσο διαφορετικά απ’ ότι εγώ πίστευα,
που ήθελα βαθύτατα να τα αποκρούσω.
Όταν τελείωσε η ομιλία έτρεξα στο σπίτι
με έντονη την επιθυμία να ελέγξω
αν ήταν αλήθεια όλα αυτά που είπε ο ομιλητής.
Ρώτησα τη μητέρα μου αν είχε
ένα Ευαγγέλιο να μου δώσει.
Ήθελα πολύ να διαπιστώσω αν το Ευαγγέλιο
θα συμφωνούσε με την τερατώδη εντύπωση
που μου δημιούργησε η ομιλία.
Δεν περίμενα τίποτα καλό
από την ανάγνωση αυτή και έτσι
μέτρησα τα κεφάλαια
των τεσσάρων Ευαγγελίων,
ώστε να είμαι σίγουρος
ότι διαβάζω το συντομότερο.
Δεν ήθελα να χάσω άδικα το χρόνο μου.
Άρχισα, λοιπόν, να διαβάζω
το Ευαγγέλιο του Μάρκου.

Ενώ διάβαζα τα πρώτα κεφάλαια
του κατά Μάρκον Ευαγγελίου
και πριν φτάσω στο τρίτο κεφάλαιο,
ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι,
στην άλλη άκρη του γραφείου μου,
υπήρχε κάποιος.
Η βεβαιότητα ότι αυτός ο «Κάποιος»
ήταν ο Χριστός που στεκόταν εκεί παράμερα,
ήταν τόσο έντονη ώστε ποτέ έως τώρα
δεν με έχει εγκαταλείψει.

Το γεγονός αυτό υπήρξε πραγματικά
η αποφασιστική μου καμπή.
Αφού ο Χριστός ήταν ζωντανός και εγώ
είχα ζήσει την Παρουσία του,
μπορούσα να πω με βεβαιότητα
ότι αυτό που το Ευαγγέλιο έλεγε
για τη Σταύρωση του Προφήτη της Γαλιλαίας,
ήταν αλήθεια και ότι ο εκατόνταρχος
είχε δίκαιο όταν είπε:
«Αληθώς Υιός Θεού εστί».
Μέσα, λοιπόν, στο φως της Ανάστασης
μπορούσα να διαβάσω με βεβαιότητα
την ιστορία του Ευαγγελίου,
ξέροντας πολύ καλά ότι καθετί
έκρυβε μέσα του αλήθεια.
Και αυτό, γιατί το απίστευτο γεγονός
της Ανάστασης ήταν για μένα
πιο βέβαιο από κάθε άλλο
γεγονός της ιστορίας.
Την ιστορία πρέπει να την πιστέψω,
την Ανάσταση την έμαθα
από προσωπικό γεγονός.

Καθώς βλέπετε, δεν ανακάλυψα
το Ευαγγέλιο αρχίζοντας από την αρχή
με το αρχικό μήνυμα του Ευαγγελισμού
και δεν ξετυλίχθηκε μπροστά μου
σαν μια ιστορία την οποία κανείς
μπορεί να πιστέψει ή όχι.
Η αλήθεια του Ευαγγελίου, για μένα,
άρχισε με ένα γεγονός που παραμέρισε
όλα τα προβλήματα απιστίας,
ακριβώς γιατί ήταν μια άμεση
και προσωπική εμπειρία.



Μητροπολίτης Anthony Bloom, 1914-2003

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου