Οι καλόγεροι βγαίνουν από την εκκλησία και
κατεβαίνουν αργά αργά τα πέτρινα σκαλοπάτια, σαν να
κατεβαίνουν από τον ουρανό. Κατεβαίνουν σαν
πραγματικοί γιοι του Θεού. Εξ αίματος. Και, αν
και κατεβαίνουν τα σκαλοπάτια, κανείς από τους καλόγερους δεν κατεβαίνει
πραγματικά από τον ουρανό. Θα μείνουν εκεί πάνω όλη την ημέρα. Γιατί την
παραμονή μπήκαν όλοι μέσα στην εκκλησία. Πέρασαν στον ουρανό- τον επί γης-
δηλαδή μέσα στην εκκλησία, περισσότερες από δώδεκα ώρες. Περισσότερο από δώδεκα
ώρες παραμονής στον ουρανό. Καθώς βαδίζουν ξανά πάνω στη γη, πάνω στα πέτρινα
σκαλοπάτια και στις πλάκες της αυλής του μοναστηριού, τα βήματά τους είναι
διστακτικά. Νιώθουν ανασφαλείς. Και είναι λογικό να συμβαίνει αυτό. Ακόμα και
οι ναυτικοί έχουν αστάθεια όταν βγαίνουν από το πλοίο τους ύστερα από μακρινό
ταξίδι. Πόσο μάλλον οι καλόγεροι, που γυρνάνε από τον ουρανό!
Αυτή η δυσκολία, αυτή η σχεδόν παντελής
αδυναμία που έχουν να προσαρμοστούν ξανά στην επίγεια ζωή τους ύστερα από τις
ολονύχτιες και τις λειτουργίες της Κυριακής, παρατηρείται και σ' όλες τους τις
σχέσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Μιλάνε χαμηλόφωνα, γίνονται πιο
αξιαγάπητοι, οι χειρονομίες τους δεν είναι βιαστικές, τα μάτια τους και τα
πρόσωπά τους είναι φωτεινά. Φέρνουν στη γη, μέσα στην αυλή του μοναστηριού τις
συνήθειες του ουρανού, ακριβώς σαν τους μεγάλους ταξιδιώτες που φτάνουν από
χώρες μακρινές και φέρνουν μέσα στη ζωή τους, στους τρόπους τους, στο ντύσιμό
τους,στα μάτια τους και στα βλέμματά τους τα ίχνη του ήλιου, της γης και της
μυστηριώδους ζωής της χώρας στην οποία έμειναν. Οι καλόγεροι φέρνουν κι αυτοί στην αυλή του μοναστηριού, όταν βγαίνουν
από τις μεγάλες ακολουθίες, κάτι από τον ουρανό.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Βίργκιλ Γκεοργκίου "Ο δερμάτινος χιτώνας", Εκδόσεις Ακρίτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου